Ένα θέμα τόσο συνηθισμένο, κοινότοπο και βαρετό όπως οι τέσσερις εποχές, έδωσε στον Βιβάλντι την έμπνευση να γράψει ένα μουσικό έργο τόσο μεγαλειώδες.
Συνέθεσε μια άνοιξη θριαμβευτική, ένα καλοκαίρι ζεστό, αργόσυρτο, νωχελικό και μελαγχολικό, ένα φθινόπωρο γλυκό, μαγευτικό και έναν χειμώνα που μας υπνωτίζει και μας κάνει να κοιτάζουμε εντός μας. Αυτός ο κύκλος της μουσικής είναι επαναληπτικός, ακριβώς σαν τον κύκλο των εποχών που επανέρχονται, με τις θερμοκρασίες τους, τα χαρακτηριστικά τους και τις συνήθειες που συνδέουμε εμείς οι άνθρωποι με κάθε μια εποχή.
Κάποτε οι άνθρωποι ένοιωθαν πιο κοντά στη φύση και σίγουρα τον αιώνα που έζησε ο Βιβάλντι οι εποχές θα χρωμάτιζαν το τοπίο γύρω του. Η άνοιξη θα είχε χρώματα έντονα και ζηλευτά, το καλοκαίρι θα κυριαρχούσε ο λαμπρός ήλιος στις πόλεις και στα χωριά, το φθινόπωρο θα άρχιζαν να πέφτουν τα φύλλα και να κάνει κρύο, τον χειμώνα θα ξεθώριαζαν τα δάση και θα έδειχναν γκρίζα και μουντά.
Οι σημερινοί άνθρωποι στις μεγάλες πόλεις δεν νοιώθουν την αλληλουχία των εποχών. Η κλιματική αλλαγή, η υπερθέρμανση του πλανήτη και όλ’αυτά που στην αρχή δεν καταλαβαίναμε, έχουν αρχίσει να μας χτυπάνε την πόρτα για να θυμηθούμε τι χάσαμε. Κοιτάζω αυτά τα παλιά αγάλματα στην είσοδο ενός παλατιού στη Γερμανία. Ο γέρο-Χειμώνας κρυώνει και προσπαθεί να τυλιχτεί με μια προβειά. Το Φθινόπωρο είναι ο Βάκχος ο πονηρός και ολίγον μεθυσμένος με ένα τσαμπί σταφύλι σε επίμαχο σημείο. Το Καλοκαίρι το αναγνωρίζω από μια αρμαθιά στάχια. Ξέχασα να φωτογραφίσω την Άνοιξη με την ανθοδέσμη της.
Δεν ήμουν ποτέ άνθρωπος της φύσης. Αλλά μεγαλώνοντας νοιώθω όλο και πιο πολύ την ανάγκη να βρεθώ κοντά της. Ίσως η ιδέα ότι η φύση απειλείται από μας τους ανθρώπους κι από τις κακιές μας συνήθειες, με κάνει να την λαχταράω τόσο πολύ, σαν κάτι που το εκτιμάς μόνο όταν δεν το έχεις πια.
Παρατηρώντας αυτά τα αγάλματα, τα μαυρισμένα από τον χρόνο, από την θέρμανση με κάρβουνο κι από την κακή συντήρηση, σκέφτομαι την κυριολεκτική σημασία της φράσης «έχει ο καιρός γυρίσματα» και ακούω πάλι στ’ αυτιά μου την θεσπέσια μουσική του Βιβάλντι.
Κείμενο: Λητώ Σεϊζάνη